O καιρός σήμερα

Παρασκευή 19 Οκτωβρίου 2012

Η ελληνική αμυντική βιομηχανία το «παλεύει», αλλά…


Με αλλεπάλληλες επισκέψεις σε κυβερνητικούς φορείς και αξιωματούχους ο Σύνδεσμος Ελλήνων Κατασκευαστών Αμυντικού Υλικού (ΣΕΚΠΥ), συνεχίζει να δίνει τη μάχη για την επιβίωση της εθνικής αμυντικής βιομηχανίας.
Μάλιστα πρόσφατα, την Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2012, διενεργήθηκε συνάντηση αντιπροσωπείας του ΣΕΚΠΥ με τον Αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Στρατού (ΓΕΣ) αντιστράτηγο Κωνσταντίνο Γκίνη. Στη προγραμματισμένη συνάντηση που έγινε στο πλαίσιο της γενικότερης εκστρατείας του ΣΕΚΠΥ για την επιβίωση της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας, εκτέθηκαν τα τεράστια προβλήματα βιωσιμότητας που αυτή αντιμετωπίζει και τα οποία έχουν άμεσο αντίκτυπο σε χιλιάδες εργαζόμενους. Ας σημειωθεί ότι είχε προηγηθεί συνάντηση και με τον Αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας αντιπτέραρχο (Ι) Αντώνιο Τσαντηράκη.

Σκοπός της εκστρατείας του ΣΕΚΠΥ η χάραξη μίας νέας εθνικής πολιτικής «η οποία θα στοχεύει στην μεγιστοποίηση της απασχόλησης του παραγωγικού δυναμικού της χώρας, ενέργεια η οποία αφενός θα προσδώσει αναπτυξιακή ώθηση και αφετέρου θα βοηθήσει στην απαρχή μείωσης της ύφεσης και των συνεπειών που αυτή επιφέρει».
Σε πρώτη φάση, ο ΣΕΚΠΥ προωθεί τη διευθέτηση ενός πελώριου ζητήματος που επί χρόνια βρίσκεται σε παρατεταμένη εκκρεμότητα, των προγραμμάτων αντισταθμιστικών ωφελημάτων (offsets) που «λιμνάζουν» στη ΓΔΑΕΕ. Το σημαντικό με το συγκεκριμένο ζήτημα είναι ότι η διευθέτηση του δεν επηρεάζει ούτε κατ’ ελάχιστο τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας δεδομένου του ότι η χρηματοδότηση προέρχεται από τις υπόχρεες ξένες εταιρείες.

Με αυτόν τον τρόπο, όχι μόνο θα ενισχυθεί η εγχώρια αμυντική βιομηχανία ώστε τουλάχιστον να διατηρηθούν οι εναπομείνασες θέσεις εργασίας, αλλά και οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις θα καλύψουν μερικές από τις ανάγκες τους μία περίοδο που ο αμυντικός προϋπολογισμός αντιμετωπίζει συνεχείς μειώσεις.
Σε δεύτερη φάση ο ΣΕΚΠΥ προωθεί την αναμόρφωση των διαδικασιών του συστήματος προμηθειών ώστε να μεγιστοποιηθεί η συμμετοχή της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας.
Βέβαια θα παρατηρήσουμε εδώ, ότι ενώ το πρώτο ζήτημα μπορεί να διευθετηθεί σχετικά γρήγορα, το δεύτερο άπτεται ενός εξαιρετικά κομβικού ερωτήματος το οποίο είναι τι είδους αμυντική βιομηχανία επιθυμεί (το «πρέπει» είναι εύκολο να απαντηθεί) να έχει η χώρα.
Την απάντηση σε αυτό το ερώτημα θα πρέπει να δώσει μία νέα βιομηχανική πολιτική η οποία θα πρέπει να καλύψει τις ατέλειες, παραλείψεις, κενά και λάθη πολλών δεκαετιών. Την εποχή των «παχέων αγελάδων» η κατεύθυνση ήταν κυρίως η μεταφορά στην εγχώρια αμυντική βιομηχανία, μέσα από μία διαδικασία γεμάτη στρεβλώσεις, υποκατασκευαστικού έργου (σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις χαμηλής τεχνολογικής αξίας και σε αρκετές «εικονικού»), αντί να επιβληθεί στους ξένους αναδόχους η ουσιαστική μεταφορά έργου, τεχνολογίας και τεχνογνωσίας. Φυσικά παραδείγματα επιτυχίας υπάρχουν, αλλά όλοι οι εμπλεκόμενοι θα πρέπει να συμφωνήσουν ότι κάθε άλλο παρά πλήρης εκμετάλλευση των ευκαιριών που υπήρξαν έγινε.

Το αποτέλεσμα σήμερα είναι ότι οι πιο πολλές από τις όποιες εταιρίες της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας συνεχίζουν να λειτουργούν απλώς προσπαθούν να επιβιώσουν, η δε κάλυψη των αναγκών των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων να κυμαίνεται σε αξιοθρήνητα ποσοστά. Η δε σύγκριση με το επίπεδο της αμυντικής βιομηχανίας γειτονικών και άλλων χωρών, με προεξάρχον παράδειγμα την τουρκική, όχι μόνο να έχουν αποκτήσει τη δυνατότητα εγγενούς ανάπτυξης προϊόντων, αλλά να σημειώνουν και σημαντικές εξαγωγικές επιτυχίες. Και σε αυτήν την περίπτωση παραδείγματα επιτυχίας υπάρχουν αλλά μάλλον αποτελούν την εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα.
Τελικά το σχέδιο που προτείνει ο ΣΕΚΠΥ για την αναζωογόνηση και ανάκαμψη της εθνικής αμυντικής βιομηχανίας, δεν αποτελεί παρά ενότητα του μεγάλου ζητήματος που ταλανίζει συνολικά την εθνική οικονομία. Η βιώσιμη, συνεχής και διατηρήσιμη ανάπτυξη θα προέλθει μόνον από την επανεκκίνηση της εθνικής παραγωγής. Ο «μιθριδατισμός» και ο «μεταπραττισμός» της τελευταίας 15ετίας αποτελεί παρελθόν που έχει χαθεί ανεπιστρεπτί.

Η κυβέρνηση αλλά και συνολικά οι πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις θα πρέπει να συνεννοηθούν σε ένα σχέδιο ανάπτυξης της ελληνικής παραγωγής και μεθοδικά να το υλοποιήσουν. Διαφορετικά θα τρέχουμε πάντα πίσω από τα ελλείμματα, τους δανειστές και τις «χαμένες ευκαιρίες».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου